Σελίδες

Σάββατο 25 Αυγούστου 2007

Στη σκήτη της Αγίας Άννης

Καθίσαμε γλυκά αποκαμωμένοι , στην αυλή της Σκήτης της Αγίας Άννας . Είχαμε ανέβει αμέτρητα σκαλοπάτια από τον αρσανά έως εδώ πάνω, και τώρα φωλιάζοντας στο φρύδι αυτό του βράχου που κατέβαινε από τον Άθωνα , αγναντεύαμε το Αιγαίο χαϊδεμένο από τον ήλιο που έδυε .
Σ΄ αυτήν την αυλή , όσοι είχαν καθαρή καρδιά έβλεπαν μια μοναχή να σκουπίζει τα πρωινά , και άλλες φορές την άκουγαν στις αγρυπνίες να χτυπά τα στασίδια του Κυριακού πίσω μας , πότε μόνη της και πότε μαζί με τον Άγιο Ιωακείμ. Μέσα στην εκκλησιά, η εικόνα της γεμάτη με λογής τάματα και με φωτογραφίες μωρών , που γεννήθηκαν με την χάρη της και την πίστη των γονέων τους.
Απέναντί μας ο γέροντας Νεόφυτος μας μιλούσε με τον πληθωρικό του λόγο , για τα θαύματα της Αγίας στα άτεκνα ζευγάρια.
Δίπλα μου καθισμένος , ο φίλος μου ο Γιώργος , που σιωπηλός άκουγε όλη αυτήν την ώρα , κομπιάζοντας τον διέκοψε .
-Γέροντα θέλω και εγώ να αποκτήσω παιδί . Γι αυτό ήλθαμε εδώ.
-Θα σου δώσω να διαβάσεις τον κανόνα της τεκνογονίας και όταν είσαστε έτοιμοι , θα ξεκινήσετε με την βοήθεια του πνευματικού σας να τον κάνετε και θα μας το πείτε και εμάς για να κάνουμε προσευχή , απάντησε ο γέροντας .
-Ξέρετε, είπε ξανά διστακτικά ο φίλος μου, η γυναίκα μου έχει σοβαρό πρόβλημα .
-Να κάνετε τον κανόνα είπε πάλι ο γέροντας.
-Γέροντα, τόλμησε να πει πάλι ο φίλος μου, η γυναίκα μου έχει πολύ σοβαρό πρόβλημα, και οι γιατροί της έχουν αποκλείσει κάθε πιθανότητα να κάνει παιδί.
Ο γέροντας τον κοίταξε έντονα και χαμογέλασε .
- Κατάλαβες που έχεις έλθει ; του είπε
- Έχεις έλθει στην Αγία Άννα . Τι μου συζητάς για γιατρούς τώρα…
Σ.Σ.

Η Άχραντος Κοίμησις της Παναγίας (του Φώτη Κόντογλου)

Σήμερα, 15 Αυγούστου, η Εκκλησία μας γιορτάζει την Κοίμηση της Παναγίας. Στη θρησκευτική γλώσσα το θάνατο των αγίων δεν τον λένε τελευτή, αλλά τον λένε Κοίμηση, για την μακαριότητα που έχει η λέξη και για δείξουνε πως δεν πεθάνανε αλλά πως κοιμούνται γλυκά, κατά τα λόγια που είπε ο Χριστός στους μαθητάδες του για τον Λάζαρο : «Λάζαρος φίλος μν κεκοίμηται» (Ιω. ια΄11), και στους συγγενείς της κόρης του αρχισυναγώγου, που έκλεγε και οδυρότανε : «τί θορυβεσθε κα κλαίετε; τ παιδίον οκ πέθανεν, λλ καθεύδει» (Μαρκ. έ 39). Υστερώτερα οι Χριστιανοί λέγανε και για τους πεθαμένους ανθρώπους πως κοιμηθήκανε : « εκοιμήθη ο δούλος του Θεού τάδε ».
Για την κοίμηση της Παναγίας δεν γράφει τίποτα το Ευαγγέλιο, γράφει μονάχα για τη Γέννηση της και τον Ευαγγελισμό. Τα της Κοιμήσεως τα γνωρίζουμε από την αγία Παράδοση, κατά την οποία την Παναγία την επήρε μετά την Ανάσταση ο απόστολος Ιωάννης, όπως του παράγγειλε ο Χριστός από το σταυρό, και την είχε στο σπίτι του σαν μητέρα, και πως υστερώτερα την είχε μαζί του στην Έφεσο, πράγμα που δεν είναι βέβαιο. Η Παναγία καθότανε μαζί του, ως που τελείωσε τη ζωή της, σε ένα σπίτι κοντά στον κήπο της Γεθσημανής. Αυτό το μέρος το αγαπούσε πολύ ο Χριστός και πήγαινε συχνά εκεί με τους μαθητάδες του. Εκεί πήγε και ύστερα από τον Μυστικό Δείπνο και προσευχήθηκε, τη νύχτα που τον πιάσανε οι Ιουδαίοι. Εκεί λοιπόν καθότανε και η Παναγία και περίμενε να την πάρει ο Γυιός της . Και σαν ήλθε ο καιρός, έστειλε ο Χριστός Άγγελο να της πεί πως θα την πάρει από την πρόσκαιρη ζωή στην αιώνια. Σαν το άκουσε η Παναγία αυτό χάρηκε κι ανέβηκε στο ‘Όρος των Ελαιών, απ΄ όπου είχε αναληφθεί ο Κύριος, και έκανε την προσευχή της. Και γυρίζοντας στο σπίτι της, τα ετοίμασε όλα για την ταφή της η ίδια.
Πόσο συγκινητικό είναι να βλέπει κανένας την Παναγία να ετοιμάζει με τα άχραντα χέρια της το σπίτι της, το κλινάρι της, τις λαμπάδες, το θυμιατήρι με το λιβάνι, και ότι άλλο χρειαζότανε για την κηδεία της. Από μικρό κορίτσι αγαπούσε την εργασία και ολοένα δούλευε, πότε γνέθοντας, όπως στον Ευαγγελισμό που τη βρήκε ο Αρχάγγελος με τη ρόκα στο χέρι, πότε ράβοντας η ίδια τα φορέματα της, ως
« ιμάτια αυτόρραφα αγαπώσα », κι υστερώτερα, σαν γεννήθηκε ο Χριστός, υφαίνοντάς του τον «άρραφον» εκείνον χιτώνα που του τον βγάλανε την ώρα που τον σταυρώσανε, και που ήταν τόσο έμορφος, ώστε κι οι στρατιώτες δεν θελήσανε να τον σχίσουνε, όπως κάνανε για τα άλλα ρούχα, αλλά είπανε να βάλουνε κλήρο σε όποιον λάχει, όπως γράφει ο ίδιος ο Ιωάννης, ο ψυχογιός της. Και στα γεράματα της δεν ξεκουράσθηκε, αλλά η ίδια έκανε τις δουλειές του σπιτιού, έραβε, μαγείρευε, περιποιότανε τον καινούργιο γυιό της τον Ιωάννην, κι ως την τελευταία ώρα της ζωής της, με τα χέρια εκείνα τα αγιασμένα που σπαργάνωσε τον Χριστό, ετοίμασε το κρεββάτι της, κι όλα τα της ταφής της.
Σ΄ όλα στάθηκε τύπος και υπογραμμός για τις καλές γυναίκες, στη φρονιμάδα, στην ταπείνωση, στην υπομονή, στην αγιότητα, στην αφοσίωση και στη νοικοκυροσύνη. Νοικοκυρούλα δώδεκα χρονών, τότε που αφιερώθηκε στο Ναό, νοικοκυρά και στα γεράματά της, που κόντευε η ώρα να φύγει από τον κόσμο !
Δεν κλαίτε, εσείς που αφήνετε τα σπίτια σας, κοπέλλες ανύπαντρες, είτε μητέρες, και γυρίζετε στις διασκεδάσεις, δεν δακρύζετε που βλέπετε την Παναγία να είναι αφοσιωμένη στο σπίτι της και να υπηρετεί τον εαυτό της και τους δικούς της, η Παναγία που την υπηρετούσανε οι Άγγελοι ! Και που σας δείχνει τον εαυτό της για παράδειγμα σε όλα, ώστε να κάνετε ευτυχισμένο το σπίτι σας και τους δικούς σας, με τη μοσχοβολιά της νοικοκυροσύνης ! Την Παναγία είχανε πάντα για παράδειγμα οι γυναίκες της Ελλάδας, και με τη φρονιμάδα τους ανακουφίζανε τον άνδρα τους, παρηγορούσανε τις πίκρες του, κάνανε παιδιά καλά, υπομονεύανε στις δυστυχίες, οικονομούσανε το σπίτι τους, ενώ τώρα, με τον κακό δρόμο που πήρανε πολλές απ΄ αυτές, για να γίνουνε
«πολιτισμένες», το σπίτι έχασε τη ζέστη του, σαν την φωλιά που την παράτησε το πουλί, ο άνδρας έγινε αδιάφορος, τα παιδιά πήρανε κακή ανατροφή, η ζωή έγινε βαρετή, κι όλα πάνε κατά γκρεμνού.
Αφού λοιπόν ετοιμάσθηκε η Παναγία, ξάπλωσε στην κλίνη της, ευπρέπισε τα ρούχα της, σταύρωσε τα άχραντα χέρια της απάνω στο στήθος της, και περίμενε τον Γυιό της να πάρει την ψυχή της. Πώς να παρασταθεί με λόγια η επίσημη στιγμή εκείνη ! Μέσα σ’ εκείνο το απόμερο σπίτι της Γεθσημανή, η Παναγία γρηά (το Ρόδον το Αμάραντον), ολομόναχη να περιμένει τον θάνατο, σαν άνθρωπος που ήτανε, σταυροχεριασμένη, με τα πόδια της κοντά τόνα στο άλλο, με τα βλέφαρα κλεισμένα. Και να λέγει, χωρίς να ακούγεται :
«Απόστολοι, εκ περάτων συναθροισθέντες ενθάδε Γεθσημανή το χωρίον, κηδεύσατέ μου το σώμα. Και συ, Υιέ και Θεέ μου, παραλαβέ μου το πνεύμα.» .
«
Και γενομένης βροντής μεγάλης, παρεγένοντο οι Απόστολοι πάντες εκ των περάτων της γής διά νεφελών προς το κηδεύσαι το άχραντον αυτής σώμα. Και σχηματισθείσα επί της κλίνης, παρέθετο την αγίαν αυτής ψυχήν εις τας χείρας του Υιού και Θεού αυτής».
Εκτός από τους Αποστόλους, βρεθήκανε στην κήδευση της Παναγίας και τέσσαρες ιεράρχες, ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο Άγιος Ιερόθεος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης κι ο Άγιος Τιμόθεος.
«Ω του παραδόξου θαύματος! Η πηγή της ζωής εν μνημείω τίθεται και κλίμαξ προς ουρανόν ο τάφος γίνεται. Ευφραίνου Γεθσημανή, της Θεοτόκου το άγιον τέμενος».
«
Τη αθανάτω σου Κοιμήσει, Θεοτόκε Μήτηρ της ζωής, νεφέλαι τους Αποστόλους αιθερίους διήρπαζον. Και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν τω αχράντω σου σώματι. Οι και κηδεύσαντες σεπτώς, την φωνήν του Γαβριήλ μελωδούντες ανεβόων :Χαίρε Κεχαριτωμένη, Παρθένε, μήτηρ ανύμφευτε, ο Κύριος μετά σου. Μεθ’ ων ως Υιόν σου και Θεόν ημών, ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών».
Οι Απόστολοι, αφού βάλανε στο μνήμα το σκήνος, καθίσανε στη Γεθσημανή τρείς μέρες, κατά θεία οικονομία. Γιατί ένας από τους Αποστόλους, ο Θωμάς, δεν πρόφθασε την κηδεία, αλλά επήγε την Τρίτη ημέρα. Κ’ επειδή οι άλλοι Απόστολοι βλέπανε πως είναι απαρηγόρητος, αποφασίσανε να ανοίξουνε το μνήμα για να προσκυνήσει κι ο Θωμάς την Παναγία. Αλλά το σώμα έλειπε κι ο τάφος ήτανε άδειος, και μονάχα το σάβανο ήτανε μέσα : «Εύρον γαρ αυτόν κενόν του αγίου σώματος, μόνην δε τη σινδόνα φέροντα, παραμυθίαν μείνασαν τοις λυπείσθαι μέλλουσι και πάσι τοις πιστοίς, και της μεταθέσεως αψευδές μαρτύριον».
Την κοίμηση της Παναγίας την υμνήσανε με λαμπρότητα και με κατάνυξη οι υμνωδοί της Εκκλησίας μας. Κ’ οι αγιογράφοι καταστολίσανε τις εκκλησιές με την εικόνα της. Σε κάθε παλαιά εκκλησία είναι ζωγραφισμένη η Κοίμησις σε μεγάλο σχήμα απάνω από την πύλη της εισόδου, από το μέσα μέρος του καθολικού, παράσταση πολυπρόσωπη, γιατί εκτός από τους δώδεκα Αποστόλους, που στέκονται γύρω στην ξαπλωμένη Παναγία, κι από τα σύννεφα που τους σηκώνουνε για να τους πάνε στη Γεθσημανή, παριστάνεται ο Χριστός κρατώντας την ψυχή της Μητέρας του σαν βρέφος σπαργανωμένο, δορυφορούμενος από λεγεώνα Αρχαγγέλων και Αγγέλων. Και μαζί μ’ αυτούς στέκουνται πλήθος κόσμος, άνδρες και γυναίκες σε στάση θρησκευτική και πικραμένη, κι άλλες γυναίκες φαίνονται στα δώματα και στα παράθυρα των σπιτιών δακρυσμένες και τραβώντας τα μαλλιά τους.
Από τα πιο σπουδαία έργα της αγιογραφίας που παριστάνουνε την Κοίμηση, είναι της Μονής της Χώρας (Καχριέ Τζαμί) της Κωνσταντινουπόλεως, της Περιβλέπτου στον Μυστρά, του Πρωτάτου στο Άγιον Όρος δια χειρός Εμμανουήλ Πανσέληνου, του καθολικού της μονής Βατοπεδίου στο Όρος, καθώς και οι θαυμαστές τοιχογραφίες των φημισμένων Κρητικών ζωγράφων στα μοναστήρια του Αγίου Όρους Λαύρας, Διονυσίου, Δοχειαρίου, και στα μοναστήρια των Μετεώρων Μεταμορφώσεως και Ρουσσάνι. Στη Σερβία υπάρχουνε θαυμαστές τοιχογραφίες της Κοιμήσεως, στο Σοποτσάνι, στο Στάρο-Ναγκορίτσινο, στο Ντετσάνι, στη Γκρατσάνιτσα, στο Πέτς, κι αλλού. Στη Ρουμανία σώζεται η Κόιμησις στην αρχαία εκκλησία του Κούρτεα ντ’ Άρτζες, από τα πιο σπουδαία έργα της βυζαντινής αγιογραφίας. Εκτός από τις τοιχογραφίες, αμέτρητες εικόνες ζωγραφισμένες σε σανίδι βρίσκουνται στις εκκλησιές και στα μοναστήρια της Ελλάδας, οι πιο πολλές φιλοτεχνημένες από άγνωστους ζωγράφους, και κάποιες από γνωστούς που έχουνε γραμμένα τα ονόματά τους, όπως είναι ο Βίκτωρ μοναχός, ο Εμμανουήλ Λαμπάρδος, ο Ηλίας Μόσκος, ο Γεώργιος Μάρκος ο Αργείος στο τέμπλο της Φανερωμένης της Σαλαμίνας.

Εφημέριος 15/08/1964, αρ. φύλλου 16

Μέχρι την Κοίμηση(Η ζωή της Παναγίας

Α. Επισκέπτεται τον Άθω.


Ήρθε η ώρα που οι Απόστολοι θα διασκορπίζοντο στη γη για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο. Όμως για το που θα πήγαινε ο καθένας, θα έριχναν κλήρο. Έβαλαν κλήρο και για την Παρθένο. Ο κλήρος έδειξε για Αυτή την μακρινή χώρα των Ιβήρων. Το δέχθηκε. Και ετοιμάζονταν. Όμως ο Υιός της είχε άλλο σχέδιο. Της παραγγέλνει με τον αρχάγγελο Γαβριήλ
: «Μη πας στην Ιβηρία. Μη φεύγεις από την Ιουδαία. Πήγαινε προ στιγμή στη χερσόνησο του Άθω.» (τότε κατοικείτω από ειδωλολάτρες).
Ενώ το είχε
«χωνέψει», πως θα πήγαινε στην Ιβηρία, τώρα αλλάζει τα σχέδια. (Τόσο εύκολα…) Ξεκίνησε με τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο για τον Άθω (σήμερα Άγιον Όρος) . Καθώς έμπαινε στο λιμάνι (πάντα κατά την παράδοση) έγιναν τέρατα και σημεία.
Τα δένδρα, τα σπίτια και η κορυφή του Άθω, προσκυνούσαν την μεγάλη επισκέπτρια.
Το μεγάλο άγαλμα του Δία, που στέκονταν στην κορυφή, έπεσε στο γκρεμό, κάνοντας μεγάλο κρότο. Έγινε συντρίμμια.
Τα άλλα αγάλματα εκραύγαζαν
: «Άνδρες του Απόλλωνος πηγαίνετε στο λιμάνι του Κλήμεντος. Προϋπαντήστε την Μαρία, τη Μητέρα του Θεού». Ευθύς τα αγάλματα αυτά εκονιορτοποιήθησαν. (Ήδη ο Υιός της ετοίμασε το έδαφος για πνευματική σπορά). Τρόμος κυρίευσε τους κατοίκους. Κατέβηκαν στο λιμάνι. Υποδέχτηκαν με δέος την Μητέρα του Κυρίου. Και άκουσαν από το πανάγιο στόμα της το μήνυμα της σωτηρίας.
Η Θεοτόκος ευχαρίστησε τον Κύριο και τον παρακάλεσε :
- Να προστατεύει τον τόπο αυτό μέχρι της συντέλειας του αιώνος από αοράτους και ορατούς εχθρούς. Και να του χαρίζει όλα τα αγαθά.
Και ο Υιός της της απάντησε
:
- Ότι μου ζήτησες θα γίνει. Αρκεί να φυλάττουν τις εντολές μου. Από τώρα και στο εξής ο τόπος αυτός θα είναι δικός σου. Θα είναι το περιβόλι σου και λιμάνι σωτηρίας.

Β. Στην Ιερουσαλήμ.

α. Τόπος διαμονής

Μετά τον Άθω γύρισε στα Ιεροσόλυμα. Εγκαταστάθηκε στην Γεθσημανή, στην περιοχή Σιών. Κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό έμεινε στο υπερώον (λόγος Β’ εις Κοίμηση κεφ. 4). Έμεινε εκεί μέχρι την κοίμηση της. Περίπου είκοσι χρόνια.

β. Το παρουσιαστικό της.
Αγαπούσε τη λιτή και μονόχρωμη ενδυμασία. Συνηθισμένη φορεσιά της ήταν η «εσθήτα» (πανωφόρι) και η ζώνη.
Είχε ανάστημα κανονικό.
Το πρόσωπο της είχε χρώμα ωρίμου σταριού.
Είχε ξανθά μαλλιά, και μάτια.
Κατά τον Πιλάτο, ήταν η πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.

γ. Η ασκητική της ζωή.

Η εις ουρανούς ένδοξη Ανάληψη του υιού της, έγινε αφορμή να αυξήσει την ασκητική της ζωή.
Συγκεκριμένα
:
Ξενυκτούσε στην προσευχή! Και δεν προσευχόταν όρθια ή γονατιστή. Χρωμάτιζε την προσευχή της με τις επίμονες γονυκλισίες (μετάνοιες). Έκανε τόσες πολλές μετάνοιες, ώστε στα άγια γόνατα της σχηματίστηκαν
«κόμποι», όπως της γίδας . Το δε μάρμαρο που ακουμπούσαν τα γόνατα της,… βαθούλωσε!!!
Κατακουρασμένη κοιμόταν χάμω για λίγο. Έχοντας σαν στρώμα μια πέτρα.!!
Και στη νηστεία ήταν εξίσου αυστηρή. Την τηρούσε πάντα με ακρίβεια και αυστηρότητα.
Νηστεία αγρύπνια προσευχή ήταν το τρίπτυχο της πνευματικής ζωής της.

δ. Η κοινωνική της δραστηριότητα.

Ήταν φιλόξενη. Υποδεχόταν και περιποιόταν τους ξένους με πλατειά καρδιά.
Έκανε ελεημοσύνες.
Έτρεχε στα ορφανά, στις χήρες, στους καταπονημένους, στους θλιβομένους. Η μεγάλη της ευσπλαχνία, ράγιζε και τις πέτρινες ψυχές.
Τα προβλήματά τους ήταν και δικά της προβλήματα. Περισσότερο δικά της. Την πυρπολούσαν. Δεν την άφηναν να ησυχάσει.
Έβγαζε δαιμόνια. Θεράπευε αρρώστους.

ε. Την σέβονταν οι πάντες.

Είχε τόσο πολύ εξαϋλωθεί από την υπερβολική της άσκηση, ώστε φαινόταν πως δεν είχε πιά σάρκα! Είχε τέτοιο φωτεινό πρόσωπο, τέτοια επιβλητική μορφή, ώστε και μόνο η παρουσία της συγκλόνιζε! Γι αυτό παρόλο, που κατοικούσε εκεί που πριν από λίγο καιρό οι Ιουδαίοι σταύρωσαν το παιδί της, την σέβονταν οι πάντες. Όχι μόνο οι δικοί της και οι γνωστοί της, αλλά και αυτοί οι εχθροί του Χριστού!

Από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτου
Βασιλείου Μπακογιάννη
Χαίρε Κεχαριτωμένη

Λόγοι περί της Θεομήτωρος

του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου

Πολλ θαματα κα λη εδα π τν Κριο κα τ Θεοτκο, λλ μο εναι τελεως δνατο ν νταποδσω κπως ατ τν γπη.
Τ ν ναταποδσω γ στν περαγα Θεοτκο, πο δν μ περιφρνησε ν μουν βυθισμνος στν μαρτα, λλ μ πισκφθηκε σπλαγχνικ κα μ συντισε; Δν Τν εδα, λλ τ γιο Πνεμα μο δωσε ν Τν ναγνωρσω π τ γεμτα χρη λγια Tης κα τ πνεμα μου χαρεται κι ψυχ μου παρασρεται τσο π τν γπη πρς Ατν, στε κα μνη πκληση το νματς Tης γλυκανη τν καρδι μου.
ταν μουν νεαρς ποτακτικς, προσευχμουν μι φορ μπροστ στν εκνα τς Θεομτορος κα μπκε ττε στν καρδι μου προσευχ το ησο κι ρχισε π μνη της ν προφρεται κε.
Μι λλη φορ κουγα στν κκλησα τν νά-γνωση τν προφητειν το σαα, κα στς λξεις «Λοσασθε κα καθαρο γνεσθε» (σ. α ́ 16) σκφτηκα: «Μπως Παναγα μρτησε ποτ, στω κα μ τ λογισμ;». Κα, το θαματος! Μσα στν καρδι μου μι φων νωμνη μ τν προσευχ πρφερε ρητς: « Θεοτκος ποτ δν μρτησε, οτε κν μ τν σκψη». τσι τ γιο Πνεμα μαρτυροσε στν καρδι μου γι τν γντητ Της.
ν τοτοις κατ τν πγειο βο Tης δν εχε κμα τν πληρτητα τς γνσεως κα ππεσε σ ρισμνα ναμρτητα λθη τλειας. Ατ φανεται π τ Εαγγλιο· ταν πστρεφε π τν ερουσαλμ, δν ξερε πο εναι Υἱός Της κα Τν ναζητοσε τρες μρες μ τν ωσφ (Λουκ. β ́ 44-46).
ψυχ μου γεμζει π φβο κα τρμο, ταν ναλογζωμαι τ δξα τς Θεομτορος.
Εναι νδες νος μου κα φτωχ κι δναμη καρδι μου, λλ ψυχ μου χαρεται κα παρασύρομαι στ ν γρψω στω κα λγα λγια γι Ατν.
ψυχ μου φοβται ν τ ποτολμση, λλ γπη μ πιζει ν μν κρψω τς εεργεσες τς εσπλαγχνας Tης.
Θεοτκος δν παρδωσε στ Γραφ οτε τς σκψεις Tης οτε τν γπη Tης γι τν Υἱό κα Θε Tης οτε τς θλψεις τς ψυχς Tης, κατ τν ρα τς σταυρσεως, γιατ οτε κα ττε θ μποροσαμε ν τ συλλβωμε. γπη Tης γι τ Θε ταν σχυρτερη κα φλογερτερη π τν γπη τν Χερουβείμ κα τν Σεραφεμ κι λες ο Δυνμεις τν γγλων κα ρχαγγλων κπλσσονται μ Ατν.
Παρ λο μως πο ζω τς Θεοτκου σκεπαζταν, θ λγαμε, π τν για σιγ, Κριος μως φανρωσε στν ρθδοξη κκλησα μας πς Παναγα μας γκαλιζει μ τν γπη Tης λο τν κσμο κα βλπει μ τ γιο Πνεμα λους τος λαος τς γς κα, πως κα Υἱός Tης, τσι κι κείνη σπλαγχνζεται κα λεε τος πντες., κα ν γνωρζαμε πσο γαπ Παναγα λους, σους τηρον τς ντολς το Χριστο, κα πσο λυπται κα στενοχωριται γι κενους πο δέν μετανοον! Ατ τ δοκμασα μ τν περα μου.Δν ψεδωμαι, λω τν λθεια νπιον το Θεο, πς γνωρζω πνευματικ τν χραντη Παρθνο. Δν Τν εδα, λλ τ γιο Πνεμα μο δωσε ν γνωρίσω Ατν κα τν γπη Tης γι μς. Χωρς τν εσπλαγχνα Tης ψυχ θ εχε χαθ π πολν καιρ. κενη μως εδκησε ν μ πισκεφθ κα ν μ νουθετση, γι ν μν μαρτνω. Μο επε: «Δν μ ρσει ν βλπω τ ργα σου». Τ λγια Της ταν εχριστα, ρεμα, μ πρατητα κα συγκνησαν τν ψυχ. Πρασαν πνω π σαρντα χρνια, μ ψυχ μου δν μπορε ν λησμονση κενη τ γλυκει φων κα δν ξρω πς ν εχαριστσω τν γαθ κα σπλαγχνικ Μητρα το Θεο.
ληθιν, Ατ εναι βοθει μας νπιον το Θεο κα μνο τ νομ Της χαροποιε τν ψυχ. λλ κι λος ορανς κι λη γ χαρονται μ τν γπη Tης.ξιοθαμαστο κι κατανητο πργμα. Ζ στος ορανος κα βλπει δικοπα τν δξα το Θεο, λλ δν λησμονε κι μς τος φτωχος κι γκαλιάζει μ τν εσπλαγχνα Της λη τ γ κι λους τος λαος.
Κι Α
τ τν χραντη Μητρα Του Κριος τν δωσε σ μς.

Ατ εναι χαρ κα λπδα μας.
Α
τ εναι πνευματικ μας Μητρα κα βρσκεται κοντ μας κατ τ φση σν νθρωπος κα κθε χριστιανικ ψυχ λκεται π τν γπη πρς Ατν.