Σελίδες
▼
Σάββατο 24 Ιουλίου 2010
Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010
ΑΝΑΓΚΗ ΧΡΗΣΤΟΤΗΤΟΣ
Το παρακάτω κείμενο είναι γραμμένο πριν από ογδόντα
δύο χρόνια, από τον «ιδανικό αυτόχειρα» Κ. Καρυωτά-
κη, με την ιδιότητα του ως γραμματέα της «Ενώσεως
Δημοσίων Υπαλλήλων».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελληνική», στο φύλλο
της 8ης Φεβρουαρίου 1928.
Αν εξαιρέσουμε μερικές λεπτομέρειες, ως προς την οι-
κονομική οργάνωση του κράτους, καθώς και τους μι-
κρούς μισθούς τους οποίους ελάμβαναν οι Δημόσιοι
Υπάλληλοι της εποχής του μεσοπολέμου, το κείμενο θα
μπορούσε κάλλιστα να είχε γραφεί σήμερα.
Το παραθέτουμε προς σκέψη, προβληματισμό και ανα-
λογική σύγκριση με την παρούσα οικονομική και γενικό-
τερα κοινωνική κατάσταση.
ΑΝΑΓΚΗ ΧΡΗΣΤΟΤΗΤΟΣ
Είναι περίεργος ο τρόπος με τον οποίον η παρούσα
κυβέρνησις ακολουθούσα εν τούτω τας προηγηθείσας,
εννοεί ν’ αντιμετωπίσει το υπαλληλικόν ζήτημα. Ανα-
γνωρίζει αφ’ ενός την αθλίαν από οικονομικής ιδία
απόψεως κατάστασιν των δημοσίων υπαλλήλων, εξ
άλλου όμως σπεύδει να δηλώσει διά του υπουργού της
ότι αδυνατεί να λάβει οιανδήποτε μέριμναν υπέρ αυ-
τών, διότι άλλως θα εματαιούτο η ισοσκέλισις του
προϋπολογισμού. Συμπληρούντα δε την παράδοξον
ταύτην τακτικήν τα δημοσιογραφικά της όργανα, προ-
τρέπουν τους δημοσίους υπαλλήλους να επιδιώξουν
διά των νομίμων μέσων την παρά της κυβερνήσεως
αποδοχήν των, ωσάν να μην είχε προ πολλού εξαντλη-
θεί μαζί με το τελευταίον νόμιμον μέσον και η μαρτυ-
ρική αληθώς υπομονή των ανθρώπων αυτών, οι οποί-
οι, επί σειράν ετών τρεφόμενοι με υποσχέσεις και συμ-
βουλάς, ηννόησαν πλέον τώρα, ολίγον πριν η αποθά-
νουν εξ ασιτίας, ότι απλούστατα εμπαίζονται και περι-
φρονούνται.
Η κυβέρνησις, προβάλλουσα ως δικαιολογίαν της αρ-
νήσεως της να ικανοποιήσει τα υπαλληλικά αιτήματα,
την έλλειψιν επαρκών πόρων, πράττει ότι προχειρότε-
ρον δύναται να πράξει.
Θα έπραττεν όμως καλύτερον αν εμελέτα και εξεύρι-
σκε τους απαιτούμενους πόρους, έχουσα υπ’ όψιν, ότι
ούτε το ισοζύγιον του προϋπολογισμού είναι δίκαιον
να επιτευχθεί εις βάρος της τάξεως ακριβώς εκείνης,
ήτις αμέσως συνδέεται προς την υπόστασιν του κρά-
τους, ούτε αποβαίνει κατορθωτή ή έξω των βιβλίων,
εν τοις πράγμασιν επαλήθευσις ενός τοιούτου ισοζυγί-
ου δια των οργάνων καθ’ ων τούτο στρέφεται.
Οι υπάλληλοι δεν εζήτησαν την επιβολή νέων φόρων.
Φρονούν όμως ότι θα ήτο ευχερές δια της καλλιτέρας
διαθέσεως των εννέα δισεκατομμυρίων του προϋπολο-
γισμού να περισσεύσουν τα απαιτούμενα προς αύξη-
σιν των αποδοχών των 200 περίπου εκατομμύρια
δραχμών. Όχι δε διά να πείσουν τον κ. υπουργόν των
οικονομικών, όστις καλύτερον παντός άλλου γνωρίζει
τα τρωτά σημεία της πολιτικής του, αλλ’ ίνα πληροφο-
ρηθεί η κοινή γνώμη πόσον παραγνωρίζονται τα δί-
καιά των, συνέστησεν επιτροπήν, ήτις εντός ολίγων
ημερών θα θέσει υπ’ όψιν της κυβερνήσεως τα μέσα
διά των οποίων, αν ήθελε, θα αντίκρυζεν αποτελεσμα-
τικώς την δημιουργηθείσαν κατάστασιν.
Καταρτίζεται λεπτομερής πίναξ των περιττών δαπα-
νών και των δυναμένων να πραγματοποιηθώσιν άνευ
οιασδήποτε επιβαρύνσεως του λαού δια νέων εσόδων.
Ενδεικτικώς αναφέρομεν ότι ταύτα θα προήρχοντο ως
εξής:
Τα νέα έσοδα
1. Βεβαίωσις και είσπραξις πληρεστέρα των υφι-
σταμένων φόρων, των οποίων ήδη μέγα μέρος δια-
φεύγει, λόγω ιδίως της απροθυμίας των υπαλλήλων,
αμειβομένων ανεπαρκώς. Αρκεί να λεχθεί ότι κατά τα
τρία τέταρτα αι οικοδομαί μένουν αφορολόγητοι, διότι
δεν έχουν δηλωθεί, ενώ αγρίως φορολογούνται οι δη-
λωθήσαι. Η δυσαναλογία μεταξύ εμμέσων
και αμέσων φόρων (70 και 30%) είναι άλλο σημεί-
ον, επί του οποίου θα έπρεπε να επιστήσει την προ-
σοχή της η κυβέρνησις, δεδομένου ότι οι έμμεσοι
φόροι βαρύνουν τους ολιγώτερον εύπορους.
2. Περιορισμός εις το ελάχιστον των ατελειών, αι ο-
ποίαι πρέπει να δίδονται δια να προστατεύονται αι
παραγωγικαί επιχειρήσεις και όχι διά να πλουτίζουν
ορισμένοι κεφαλαιούχοι. Είναι κολοσσιαία τα διαρρέ-
οντα εκ του Δημοσίου Ταμείου ποσά, λόγω της συνε-
χούς επεκτάσεως του μέτρου τούτου και της κατα-
στρατηγήσεως του σχετικού νόμου.
3. Εφαρμογή του μονοπωλίου του καπνού. Το μονο-
πώλιον ισχύει εις τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη,
δεν καθιερώθη δε παρ’ ημίν, διότι δεν συμφέρει εις 4-
5 εκατομμυριούχους καπνεμπόρους, ενώ αντιθέτως θα
έσωζεν από την αθλιότητα πλήθος καπνεργατών και
θα ωφέλει ακόμη τους μικρότερους εμπόρους.
4. Κατάργησις των χορηγουμένων εις μεγάλην κλί-
μακα αναστολών κατά την πληρωμήν των φόρων,
αίτινες συντελούσιν εις το να χρονίζουν τα προς το
Δημόσιον χρέη και να μην πληρώνονται τελικώς οι
φόροι.
5. Συστηματική οργάνωσις της καταδιώξεως του
λαθρεμπορίου, ατελέστατα νυν διεξαγομένης.
6. Κατάργησις του ενός των δύο αστυνομικών σωμά-
των, χωροφυλακής και αστυνομίας πόλεων.
7. Ανασύστασις της Επιτροπής Προμηθειών προς
περιορισμόν της σπατάλης κατά την διενέργειαν
των προμηθειών του Δημοσίου.
8. Απόλυσις των άνευ υπηρεσιακής ανάγκης δι
κομματικούς λόγους διορισθέντων τελευταίως απει-
ραρίθμων υπαλλήλων, κατάργησις των συσταθει-
σών δια σκανδαλωδών νομοθετημάτων νέων θέσε-
ων εις διάφορα υπουργεία, αυστηρός έλεγχος των
νέων διορισμών υπό ειδικών επιτροπών εξ ανωτάτων
δημοσίων λειτουργών.
9. Εξίσωσις των αποδοχών, αφαιρουμένων των χο-
ρηγουμένων εις υπαλλήλους ορισμένων κλάδων
επιδομάτων και των εκτάκτων λόγω ιδία συμμετο-
χής εις επιτροπάς επιχορηγήσεων, ώστε να μη πλου-
τίζουν ολίγοι προνομιούχοι λαμβάνοντες δεκάδας
χιλιάδων δραχμών κατά μήνα, εις βάρος της ολότη-
τος των λιμοκτονούντων υπαλλήλων.
Κράτος και υπάλληλοι
Τινά μόνον των μέτρων τούτων αν ελάμβανεν η κυ-
βέρνησις και αν τα ελάμβανεν ειλικρινώς και μετά
παρρησίας, θα ήτο εις θέσιν να ικανοποιήσει τα υπαλ-
ληλικά αιτήματα, αλλά και να παρουσιάσει περίσσευ-
μα εις τον προϋπολογισμόν της. Αντί αυτού αρκείται
ν’ απευθύνει υποθήκας, συνιστώσα προς τους υπαλλή-
λους να υπομείνωσι μέχρι τέλους την δυστυχίαν, δια-
ποικίλλει ενίοτε τας παραινέσεις της με απειλάς και
λησμονεί ότι η πείνα είναι ο πειστικότερος των συμ-
βούλων και ότι άνθρωποι γνωρίζοντες ότι κατεδικά-
σθησαν ν’ αποθάνουν εξ ασιτίας ουδέν άλλο θα εφο-
βούντο ολιγότερον από το ν’ αποθάνουν εξ ασιτίας το
ταχύτερον.
Δεν δύνανται αφ’ εταίρου οι υπάλληλοι να λησμονή-
σουν πως επολιτεύθη το κράτος, όταν άλλη μεγάλη
τάξις οργάνων του, των οποίων αι υπηρεσίαι δεν είναι
βεβαίως σημαντικότεραι, ηξίωσαν την συμφώνως προς
τας ανάγκας της ζωής ρύθμισιν της μισθοδοσίας των.
Αι ταμειακαί δυσχέρειαι υπήρχον και τότε, η ισορρο-
πία του προϋπολογισμού θα διεκινδυνεύετο κατά τον
ίδιον ακριβώς τρόπον, αλλά, δια την καλή των τύχην,
τα όργανα εκείνα διέθετον, πλην των παρακλήσεων
και των ικεσιών, και άλλα πειστικότερα επιχειρήματα.
Και ευρέθη αμέσως τρόπος να αυξηθούν αι αποδοχαί
των, διότι εις την λογικήν του γρόνθου, και μόνον
εις αυτήν, υποχωρούν τα πάντα εν Ελλάδι.
Αλλά μήπως έπραξε τίποτε η κυβέρνησις δια να ενι-
σχύσει ηθικώς τους υπαλλήλους, δια να εξασφαλίσει
την ανεξαρτησίαν των, δια να τους απαλλάξει από τας
κομματικάς πιέσεις; Ούτε μία δραχμή δεν θ’ απητείτο
προς τούτο. Τουναντίον θα περιεστέλλοντο αι εκ των
σημερινών ατασθαλιών δαπάναι. Εν τούτοις το από
ετών καταρτιζόμενον σχέδιον νόμου «Περί καταστά-
σεως των πολιτικών υπαλλήλων της Διοικήσεως» μέ-
νει ακόμη σχέδιον νόμου και οι υπάλληλοι εξακολου-
θούν να διορίζονται, να παύονται, να μετατίθηνται, να
προάγονται, να τιμωρούνται συμφώνως με τα ορέξεις
των διαφόρων κομματαρχών. Συμβαίνει δε ώστε οι
χρηστότεροι ακριβώς και ικανότεροι εξ αυτών να
υποσκελίζονται από τους επιτηδειότερους. Τα υπη-
ρεσιακά συμβούλια κατ’ ουσίαν κατηργήθησαν, διότι
ή έγιναν τυφλά όργανα των υπουργών ή εκδίδουν
γνωματεύσεις μηδέποτε εισακουομένας. Ο υπάλλη-
λος γνωρίζει ότι η φιλοπονία και η ευσυνειδησία
εις ουδέν ωφελούν και εκλέγει την συντομοτέραν
οδόν ίνα προαχθεί και σταδιοδρομήσει. Οι υπουρ-
γοί, αναλαμβάνοντες την αρχήν, φέρουν μεθ’ εαυ-
τόν στρατιάν όλην αργοσχόλων, οι οποίοι εννοούν
να φιλοξενηθούν εις τον δεινοπαθούντα προϋπολο-
γισμόν. Οι μετέχοντες εις την κυβέρνησιν αρχηγοί
των κομμάτων διανέμουν μεταξύ των, αναλόγως
της πολιτικής των ισχύος, ωσάν να επρόκειτο περί
πατρικής των κληρονομίας, όλας τας θέσεις, από
τας των πρεσβευτών και των νομαρχών μέχρι των
θέσεων των ιερέων του Α’ Νεκροταφείου, και τας
προσφέρουν εις τους οπαδούς των εις αντάλλαγμα
αμφιβόλων υπηρεσιών.
Εις την ατμόσφαιραν αυτήν του κομματισμού και της
συναλλαγής ου χρηστοί υπάλληλου ασφυκτιούν. Από
τας υπηρεσιακάς ενεργείας εκλείπει ολονέν περισσό-
τερον η γενική τάσις, ο ανώτερος σκοπός. Τα προ-
γράμματα, αι κατευθυντήριοι γραμμαί, τα εθνικά
και ανθρώπινα ιδεώδη, προς τα οποία ητένιζον
άλλοτε οι φορείς της κρατικής εξουσίας, είναι σή-
μερον λέξεις κεναί. Τα πνεύμα της εποχής - ύλη και
βία– πληροί τους θαλάμους των υπουργείων.
Ο εις μετά τον άλλον οι ευσυνείδητοι υπάλληλοι
υποχωρούν ή υποκύπτουν εις την διαφθοράν. Επί
νέων βάσεων γίνεται η υπηρεσιακή αγωγή. Οι αφε-
λείς, όσοι επίστευσαν ότι θα εργασθούν τιμίως, με
γνώμονα το κοινό συμφέρον, σύμφωνα με τον όρκο
που έδωσαν, πληροφορούνται ότι άλλος είναι ο
προορισμός των.
Σπασμωδικαί ενέργειαι, αντιφατικαί αποφάσεις,
υπό την πίεσιν σήμερον του ενός και αύριον του
άλλου ισχυρού, ατελεύτητος σειρά χαριστικών
πράξεών, διασπάθισις του δημοσίου χρήματος, ι-
δού το σύνηθες περιεχόμενον της κρατικής επιτα-
γής.
Το καθήκον της Κυβερνήσεως
Είναι καιρός πλέον να παύσουν αι ασχήμιαι. Η κυβέρ-
νησις οφείλει να εξαρθεί εις το ύψος της αποστολής
της. Εκείνοι τους οποίους η εξέλιξις των πολιτικών
πραγμάτων έθεσε κατά τας παρούσας κρισίμους διά
το Έθνος στιγμάς επί κεφαλής των μεγάλων κλάδων
της Διοικήσεως, έχουν υποχρέωσιν να παράσχουν
εαυτούς υπόδειγμα ανιδιοτελούς δράσεως και ευγε-
νούς προσηλώσεως εις το καθήκον. Πρέπει να εννοή-
σουν οι διοικούντες τον τόπον ότι αποκλειστική
αρμοδιότης των δεν είναι η προς εξυπηρέτησιν
τούτου ή εκείνου του κόμματος καθοδήγησις του
υπαλληλικού κόσμου ως τυφλής και αμόρφου μάζης.
Αν μόνη η συνείδησις των δεν είναι ικανή να τους υπα-
γορεύσει τον όρθόν τρόπον του πολιτεύεσθαι, ας ενθυ-
μηθούν τουλάχιστον πόσον οικτρώς απέτυχεν κατά το
παρελθόν πάσα προσπάθεια, είτε ατόμων είτε ομάδων,
όταν αύτη έτεινεν εις σκοπούς ελάχιστα αγνούς, τους
οποίους η μεγάλη πλειονότης του λαού, επειδή πάντοτε,
και ανομολογήτους έτι, εγνώριζεν, ηδυνήθη τέλος να
καταδικάσει.
Αι δημοσιοϋπαλληλικαί οργανώσει, δια του αγώνος τον
οποίον ανέλαβον, αποβλέπουν μεν εις την οικονομικήν
ενίσχυσιν του υπαλλήλου, αλλ’ επιδιώκουν κυρίως την
ηθικήν εξύψωσιν αυτού, την ανόρθωσιν των υπηρε-
σιών, τον καθαρισμόν της κρατικής μηχανής από πα-
ντός ξένου και φθοροποιού στοιχείου, εις τρόπον ώστε
η απαιτηθησομένη διά την υλικήν ενίσχυσιν των υπαλ-
λήλων δαπάνη να γίνει φυσιολογικώς, άνευ ουδεμίας
επιβαρύνσεως του λαού, συγχρόνως δε, αποβαίνουσα
γόνιμος και παραγωγική, ν’ αποδοθεί πολλαπλάσιος εις
εργασίαν και εθνικόν πλούτον.
Αφού η κυβέρνησις το αγνοεί ή σκοπίμως το λησμονεί,
ας το βροντοφωνήσωμεν ημείς, οι δημόσιοι υπάλληλοι:
Δεν έχομεν ανάγκην νέων πόρων. Έχομεν ανάγκην
χρηστής διοικήσεως. Τούτο είναι το σύνθημα, το ο-
ποίον κατευθύνει ήδη τας προσπαθείας μας.
δύο χρόνια, από τον «ιδανικό αυτόχειρα» Κ. Καρυωτά-
κη, με την ιδιότητα του ως γραμματέα της «Ενώσεως
Δημοσίων Υπαλλήλων».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελληνική», στο φύλλο
της 8ης Φεβρουαρίου 1928.
Αν εξαιρέσουμε μερικές λεπτομέρειες, ως προς την οι-
κονομική οργάνωση του κράτους, καθώς και τους μι-
κρούς μισθούς τους οποίους ελάμβαναν οι Δημόσιοι
Υπάλληλοι της εποχής του μεσοπολέμου, το κείμενο θα
μπορούσε κάλλιστα να είχε γραφεί σήμερα.
Το παραθέτουμε προς σκέψη, προβληματισμό και ανα-
λογική σύγκριση με την παρούσα οικονομική και γενικό-
τερα κοινωνική κατάσταση.
ΑΝΑΓΚΗ ΧΡΗΣΤΟΤΗΤΟΣ
Είναι περίεργος ο τρόπος με τον οποίον η παρούσα
κυβέρνησις ακολουθούσα εν τούτω τας προηγηθείσας,
εννοεί ν’ αντιμετωπίσει το υπαλληλικόν ζήτημα. Ανα-
γνωρίζει αφ’ ενός την αθλίαν από οικονομικής ιδία
απόψεως κατάστασιν των δημοσίων υπαλλήλων, εξ
άλλου όμως σπεύδει να δηλώσει διά του υπουργού της
ότι αδυνατεί να λάβει οιανδήποτε μέριμναν υπέρ αυ-
τών, διότι άλλως θα εματαιούτο η ισοσκέλισις του
προϋπολογισμού. Συμπληρούντα δε την παράδοξον
ταύτην τακτικήν τα δημοσιογραφικά της όργανα, προ-
τρέπουν τους δημοσίους υπαλλήλους να επιδιώξουν
διά των νομίμων μέσων την παρά της κυβερνήσεως
αποδοχήν των, ωσάν να μην είχε προ πολλού εξαντλη-
θεί μαζί με το τελευταίον νόμιμον μέσον και η μαρτυ-
ρική αληθώς υπομονή των ανθρώπων αυτών, οι οποί-
οι, επί σειράν ετών τρεφόμενοι με υποσχέσεις και συμ-
βουλάς, ηννόησαν πλέον τώρα, ολίγον πριν η αποθά-
νουν εξ ασιτίας, ότι απλούστατα εμπαίζονται και περι-
φρονούνται.
Η κυβέρνησις, προβάλλουσα ως δικαιολογίαν της αρ-
νήσεως της να ικανοποιήσει τα υπαλληλικά αιτήματα,
την έλλειψιν επαρκών πόρων, πράττει ότι προχειρότε-
ρον δύναται να πράξει.
Θα έπραττεν όμως καλύτερον αν εμελέτα και εξεύρι-
σκε τους απαιτούμενους πόρους, έχουσα υπ’ όψιν, ότι
ούτε το ισοζύγιον του προϋπολογισμού είναι δίκαιον
να επιτευχθεί εις βάρος της τάξεως ακριβώς εκείνης,
ήτις αμέσως συνδέεται προς την υπόστασιν του κρά-
τους, ούτε αποβαίνει κατορθωτή ή έξω των βιβλίων,
εν τοις πράγμασιν επαλήθευσις ενός τοιούτου ισοζυγί-
ου δια των οργάνων καθ’ ων τούτο στρέφεται.
Οι υπάλληλοι δεν εζήτησαν την επιβολή νέων φόρων.
Φρονούν όμως ότι θα ήτο ευχερές δια της καλλιτέρας
διαθέσεως των εννέα δισεκατομμυρίων του προϋπολο-
γισμού να περισσεύσουν τα απαιτούμενα προς αύξη-
σιν των αποδοχών των 200 περίπου εκατομμύρια
δραχμών. Όχι δε διά να πείσουν τον κ. υπουργόν των
οικονομικών, όστις καλύτερον παντός άλλου γνωρίζει
τα τρωτά σημεία της πολιτικής του, αλλ’ ίνα πληροφο-
ρηθεί η κοινή γνώμη πόσον παραγνωρίζονται τα δί-
καιά των, συνέστησεν επιτροπήν, ήτις εντός ολίγων
ημερών θα θέσει υπ’ όψιν της κυβερνήσεως τα μέσα
διά των οποίων, αν ήθελε, θα αντίκρυζεν αποτελεσμα-
τικώς την δημιουργηθείσαν κατάστασιν.
Καταρτίζεται λεπτομερής πίναξ των περιττών δαπα-
νών και των δυναμένων να πραγματοποιηθώσιν άνευ
οιασδήποτε επιβαρύνσεως του λαού δια νέων εσόδων.
Ενδεικτικώς αναφέρομεν ότι ταύτα θα προήρχοντο ως
εξής:
Τα νέα έσοδα
1. Βεβαίωσις και είσπραξις πληρεστέρα των υφι-
σταμένων φόρων, των οποίων ήδη μέγα μέρος δια-
φεύγει, λόγω ιδίως της απροθυμίας των υπαλλήλων,
αμειβομένων ανεπαρκώς. Αρκεί να λεχθεί ότι κατά τα
τρία τέταρτα αι οικοδομαί μένουν αφορολόγητοι, διότι
δεν έχουν δηλωθεί, ενώ αγρίως φορολογούνται οι δη-
λωθήσαι. Η δυσαναλογία μεταξύ εμμέσων
και αμέσων φόρων (70 και 30%) είναι άλλο σημεί-
ον, επί του οποίου θα έπρεπε να επιστήσει την προ-
σοχή της η κυβέρνησις, δεδομένου ότι οι έμμεσοι
φόροι βαρύνουν τους ολιγώτερον εύπορους.
2. Περιορισμός εις το ελάχιστον των ατελειών, αι ο-
ποίαι πρέπει να δίδονται δια να προστατεύονται αι
παραγωγικαί επιχειρήσεις και όχι διά να πλουτίζουν
ορισμένοι κεφαλαιούχοι. Είναι κολοσσιαία τα διαρρέ-
οντα εκ του Δημοσίου Ταμείου ποσά, λόγω της συνε-
χούς επεκτάσεως του μέτρου τούτου και της κατα-
στρατηγήσεως του σχετικού νόμου.
3. Εφαρμογή του μονοπωλίου του καπνού. Το μονο-
πώλιον ισχύει εις τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη,
δεν καθιερώθη δε παρ’ ημίν, διότι δεν συμφέρει εις 4-
5 εκατομμυριούχους καπνεμπόρους, ενώ αντιθέτως θα
έσωζεν από την αθλιότητα πλήθος καπνεργατών και
θα ωφέλει ακόμη τους μικρότερους εμπόρους.
4. Κατάργησις των χορηγουμένων εις μεγάλην κλί-
μακα αναστολών κατά την πληρωμήν των φόρων,
αίτινες συντελούσιν εις το να χρονίζουν τα προς το
Δημόσιον χρέη και να μην πληρώνονται τελικώς οι
φόροι.
5. Συστηματική οργάνωσις της καταδιώξεως του
λαθρεμπορίου, ατελέστατα νυν διεξαγομένης.
6. Κατάργησις του ενός των δύο αστυνομικών σωμά-
των, χωροφυλακής και αστυνομίας πόλεων.
7. Ανασύστασις της Επιτροπής Προμηθειών προς
περιορισμόν της σπατάλης κατά την διενέργειαν
των προμηθειών του Δημοσίου.
8. Απόλυσις των άνευ υπηρεσιακής ανάγκης δι
κομματικούς λόγους διορισθέντων τελευταίως απει-
ραρίθμων υπαλλήλων, κατάργησις των συσταθει-
σών δια σκανδαλωδών νομοθετημάτων νέων θέσε-
ων εις διάφορα υπουργεία, αυστηρός έλεγχος των
νέων διορισμών υπό ειδικών επιτροπών εξ ανωτάτων
δημοσίων λειτουργών.
9. Εξίσωσις των αποδοχών, αφαιρουμένων των χο-
ρηγουμένων εις υπαλλήλους ορισμένων κλάδων
επιδομάτων και των εκτάκτων λόγω ιδία συμμετο-
χής εις επιτροπάς επιχορηγήσεων, ώστε να μη πλου-
τίζουν ολίγοι προνομιούχοι λαμβάνοντες δεκάδας
χιλιάδων δραχμών κατά μήνα, εις βάρος της ολότη-
τος των λιμοκτονούντων υπαλλήλων.
Κράτος και υπάλληλοι
Τινά μόνον των μέτρων τούτων αν ελάμβανεν η κυ-
βέρνησις και αν τα ελάμβανεν ειλικρινώς και μετά
παρρησίας, θα ήτο εις θέσιν να ικανοποιήσει τα υπαλ-
ληλικά αιτήματα, αλλά και να παρουσιάσει περίσσευ-
μα εις τον προϋπολογισμόν της. Αντί αυτού αρκείται
ν’ απευθύνει υποθήκας, συνιστώσα προς τους υπαλλή-
λους να υπομείνωσι μέχρι τέλους την δυστυχίαν, δια-
ποικίλλει ενίοτε τας παραινέσεις της με απειλάς και
λησμονεί ότι η πείνα είναι ο πειστικότερος των συμ-
βούλων και ότι άνθρωποι γνωρίζοντες ότι κατεδικά-
σθησαν ν’ αποθάνουν εξ ασιτίας ουδέν άλλο θα εφο-
βούντο ολιγότερον από το ν’ αποθάνουν εξ ασιτίας το
ταχύτερον.
Δεν δύνανται αφ’ εταίρου οι υπάλληλοι να λησμονή-
σουν πως επολιτεύθη το κράτος, όταν άλλη μεγάλη
τάξις οργάνων του, των οποίων αι υπηρεσίαι δεν είναι
βεβαίως σημαντικότεραι, ηξίωσαν την συμφώνως προς
τας ανάγκας της ζωής ρύθμισιν της μισθοδοσίας των.
Αι ταμειακαί δυσχέρειαι υπήρχον και τότε, η ισορρο-
πία του προϋπολογισμού θα διεκινδυνεύετο κατά τον
ίδιον ακριβώς τρόπον, αλλά, δια την καλή των τύχην,
τα όργανα εκείνα διέθετον, πλην των παρακλήσεων
και των ικεσιών, και άλλα πειστικότερα επιχειρήματα.
Και ευρέθη αμέσως τρόπος να αυξηθούν αι αποδοχαί
των, διότι εις την λογικήν του γρόνθου, και μόνον
εις αυτήν, υποχωρούν τα πάντα εν Ελλάδι.
Αλλά μήπως έπραξε τίποτε η κυβέρνησις δια να ενι-
σχύσει ηθικώς τους υπαλλήλους, δια να εξασφαλίσει
την ανεξαρτησίαν των, δια να τους απαλλάξει από τας
κομματικάς πιέσεις; Ούτε μία δραχμή δεν θ’ απητείτο
προς τούτο. Τουναντίον θα περιεστέλλοντο αι εκ των
σημερινών ατασθαλιών δαπάναι. Εν τούτοις το από
ετών καταρτιζόμενον σχέδιον νόμου «Περί καταστά-
σεως των πολιτικών υπαλλήλων της Διοικήσεως» μέ-
νει ακόμη σχέδιον νόμου και οι υπάλληλοι εξακολου-
θούν να διορίζονται, να παύονται, να μετατίθηνται, να
προάγονται, να τιμωρούνται συμφώνως με τα ορέξεις
των διαφόρων κομματαρχών. Συμβαίνει δε ώστε οι
χρηστότεροι ακριβώς και ικανότεροι εξ αυτών να
υποσκελίζονται από τους επιτηδειότερους. Τα υπη-
ρεσιακά συμβούλια κατ’ ουσίαν κατηργήθησαν, διότι
ή έγιναν τυφλά όργανα των υπουργών ή εκδίδουν
γνωματεύσεις μηδέποτε εισακουομένας. Ο υπάλλη-
λος γνωρίζει ότι η φιλοπονία και η ευσυνειδησία
εις ουδέν ωφελούν και εκλέγει την συντομοτέραν
οδόν ίνα προαχθεί και σταδιοδρομήσει. Οι υπουρ-
γοί, αναλαμβάνοντες την αρχήν, φέρουν μεθ’ εαυ-
τόν στρατιάν όλην αργοσχόλων, οι οποίοι εννοούν
να φιλοξενηθούν εις τον δεινοπαθούντα προϋπολο-
γισμόν. Οι μετέχοντες εις την κυβέρνησιν αρχηγοί
των κομμάτων διανέμουν μεταξύ των, αναλόγως
της πολιτικής των ισχύος, ωσάν να επρόκειτο περί
πατρικής των κληρονομίας, όλας τας θέσεις, από
τας των πρεσβευτών και των νομαρχών μέχρι των
θέσεων των ιερέων του Α’ Νεκροταφείου, και τας
προσφέρουν εις τους οπαδούς των εις αντάλλαγμα
αμφιβόλων υπηρεσιών.
Εις την ατμόσφαιραν αυτήν του κομματισμού και της
συναλλαγής ου χρηστοί υπάλληλου ασφυκτιούν. Από
τας υπηρεσιακάς ενεργείας εκλείπει ολονέν περισσό-
τερον η γενική τάσις, ο ανώτερος σκοπός. Τα προ-
γράμματα, αι κατευθυντήριοι γραμμαί, τα εθνικά
και ανθρώπινα ιδεώδη, προς τα οποία ητένιζον
άλλοτε οι φορείς της κρατικής εξουσίας, είναι σή-
μερον λέξεις κεναί. Τα πνεύμα της εποχής - ύλη και
βία– πληροί τους θαλάμους των υπουργείων.
Ο εις μετά τον άλλον οι ευσυνείδητοι υπάλληλοι
υποχωρούν ή υποκύπτουν εις την διαφθοράν. Επί
νέων βάσεων γίνεται η υπηρεσιακή αγωγή. Οι αφε-
λείς, όσοι επίστευσαν ότι θα εργασθούν τιμίως, με
γνώμονα το κοινό συμφέρον, σύμφωνα με τον όρκο
που έδωσαν, πληροφορούνται ότι άλλος είναι ο
προορισμός των.
Σπασμωδικαί ενέργειαι, αντιφατικαί αποφάσεις,
υπό την πίεσιν σήμερον του ενός και αύριον του
άλλου ισχυρού, ατελεύτητος σειρά χαριστικών
πράξεών, διασπάθισις του δημοσίου χρήματος, ι-
δού το σύνηθες περιεχόμενον της κρατικής επιτα-
γής.
Το καθήκον της Κυβερνήσεως
Είναι καιρός πλέον να παύσουν αι ασχήμιαι. Η κυβέρ-
νησις οφείλει να εξαρθεί εις το ύψος της αποστολής
της. Εκείνοι τους οποίους η εξέλιξις των πολιτικών
πραγμάτων έθεσε κατά τας παρούσας κρισίμους διά
το Έθνος στιγμάς επί κεφαλής των μεγάλων κλάδων
της Διοικήσεως, έχουν υποχρέωσιν να παράσχουν
εαυτούς υπόδειγμα ανιδιοτελούς δράσεως και ευγε-
νούς προσηλώσεως εις το καθήκον. Πρέπει να εννοή-
σουν οι διοικούντες τον τόπον ότι αποκλειστική
αρμοδιότης των δεν είναι η προς εξυπηρέτησιν
τούτου ή εκείνου του κόμματος καθοδήγησις του
υπαλληλικού κόσμου ως τυφλής και αμόρφου μάζης.
Αν μόνη η συνείδησις των δεν είναι ικανή να τους υπα-
γορεύσει τον όρθόν τρόπον του πολιτεύεσθαι, ας ενθυ-
μηθούν τουλάχιστον πόσον οικτρώς απέτυχεν κατά το
παρελθόν πάσα προσπάθεια, είτε ατόμων είτε ομάδων,
όταν αύτη έτεινεν εις σκοπούς ελάχιστα αγνούς, τους
οποίους η μεγάλη πλειονότης του λαού, επειδή πάντοτε,
και ανομολογήτους έτι, εγνώριζεν, ηδυνήθη τέλος να
καταδικάσει.
Αι δημοσιοϋπαλληλικαί οργανώσει, δια του αγώνος τον
οποίον ανέλαβον, αποβλέπουν μεν εις την οικονομικήν
ενίσχυσιν του υπαλλήλου, αλλ’ επιδιώκουν κυρίως την
ηθικήν εξύψωσιν αυτού, την ανόρθωσιν των υπηρε-
σιών, τον καθαρισμόν της κρατικής μηχανής από πα-
ντός ξένου και φθοροποιού στοιχείου, εις τρόπον ώστε
η απαιτηθησομένη διά την υλικήν ενίσχυσιν των υπαλ-
λήλων δαπάνη να γίνει φυσιολογικώς, άνευ ουδεμίας
επιβαρύνσεως του λαού, συγχρόνως δε, αποβαίνουσα
γόνιμος και παραγωγική, ν’ αποδοθεί πολλαπλάσιος εις
εργασίαν και εθνικόν πλούτον.
Αφού η κυβέρνησις το αγνοεί ή σκοπίμως το λησμονεί,
ας το βροντοφωνήσωμεν ημείς, οι δημόσιοι υπάλληλοι:
Δεν έχομεν ανάγκην νέων πόρων. Έχομεν ανάγκην
χρηστής διοικήσεως. Τούτο είναι το σύνθημα, το ο-
ποίον κατευθύνει ήδη τας προσπαθείας μας.