Από το βιβλίο «Ο γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος», τόμ. Α, εκδ. «Ορθ. Κυψέλη», Θεσ/νίκη 1980
...Κατόπιν ήλθομεν εις Πειραιάν. Πρίν δε μεταβώ εις την Ι. Μονήν της μετανοίας μου εθεώρησα καθήκον μου ιερόν και υποχρέωσιν να ιδώ τον Πνευματικόν μου Πατέρα Άγιον Νεκτάριον. Μεταβάς εις την Ριζάρειον Σχολήν έμαθον ότι παρητήθη της Σχολής και ευρίσκεται εις Αίγιναν. Εμβάς εις πλοίον ανεχώρησα δι’ Αίγιναν. Ανήλθον εις την μονήν περί ώραν 1 - 1 ½ μ.μ. Ήτο μην Αύγουστος. Ο ήλιος έκαιεν ως φλοξ. Πλησιάσας εις την μονήν, έξω της θύρας της εισόδου αυτής, βλέπω Γέροντά τινα λευκογένειον, ενδεδυμένον ράσον πενιχρόν τυλιγμένον εις την ζώνην του και ψάθινον καπέλον εις την κεφαλήν διά την θερμότητα του ηλίου. Έσκαπτε δι’ αξίνης το έδαφος και διά πτύου εγέμιζεν ένα μικρόν καροτσάκι χώματα και μετέφερεν αυτά 15-20 μέτρα προς επιπέδωσιν του προαυλίου της Μονής. Ενόμισα ότι ήτο εργάτης της Μονής και διά να μη σκονίσει τα ενδύματά του του έδωσαν ράσο ή ότι ήτο γέρων δόκιμος της Μονής. Πλησιάσας αυτόν τον εχαιρέτισα και μετά τον χαιρετισμόν του λέγω:
- Γέροντα, ο δεσπότης είναι εδώ;
- Εδώ είναι, μοι λέγει.
- Μέσα, τω είπον, είναι εις την Μονήν;
- Ναι, μου λέγει, μέσα είναι.
- Ύπαγε, τω λέγω, να του ειπής ότι ήλθεν εν πνευματικόν του τέκνον, διάκονος, και θέλει να τον ιδή.
- Να είναι ευλογημένον, μοι λέγει με ταπεινόν σχήμα και φρόνημα.
Και παρατήσας την τσάπαν, το πτύον και το καροτσάκι, μου έδειξε ένα νεόκτιστον δωμάτιον έως 15 - 20 μέτρα μακράν της θύρας της εισόδου της Μονής και και μου λέγει:
- Πέρασε εις αυτό το δωμάτιον και εγώ υπάγω μέσα να τον ειδοποιήσω να έλθη.
Δεν παρήλθον όμως 5 λεπτά και βλέπω ανελπίστως, ω βάθος πλούτου αμετρήτου ταπεινώσεως! Βλέπω μετ’ εκπλήξεως και θαυμασμού ότι εκείνος τον οποίον εγώ ενόμισα ως εργάτην, χωρικόν, αγροίκον και τω ωμίλησα καταφρονητικώς και προστακτικώς, «Πήγαινε να ειπής εις τον Δεσπότην να έλθη έξω», ήτο αυτός ο ίδιος. Δεν εστοχάσθην ότι όλοι αυτήν την ώραν κοιμώνται και ως εκ τούτου δεν έπρεπε ούτε καν λόγον να του έλεγον, αλλά να έμενον έξω και να έκαμον υπομονήν άχρι της ώρας του Εσπερινού.
Αλλ’ εγώ ο μαθητής και υποτακτικός έδειξα την άκραν υπερηφανείαν μου. Ο δε Διδάσκαλός μου και Πνευματικός μου Πατήρ την άκραν και άμετρον ταπεινωσίν Του! Έμεινα άφωνος επ’ ολίγον και κατόπιν γονυπετήσας τώ εζήτησα μετά δακρύων συγχώρησιν δια την υπερηφάνειαν και τον ανάρμοστον τρόπον μου. Εκείνος δε ως άκακος, πράος και ταπεινός τη καρδία με εσυγχώρησε και καθήσαντες ήρχισεν, ως συνήθως, να με καθοδηγή εις την οδόν της αρετής, εις την κατόρθωσιν των εντολών του Κυρίου. Πως θα δυνηθώ. Πάτερ, να απαλλαγώ από την θεομίσητον υπερηφάνειαν, τον ηρώτησα. Και εκείνος με αγάπην και ταπείνωσιν, τας δύο μεγάλας αρετάς, ας παρά Θεού είχε πλουτήσει, μοι απήντησεν:
- Οι Άγιοι Πατέρες ημών, τέκνον μου εν Κυρίω Πνευματικόν, λέγουσιν ότι εκάστη αμαρτία, είτε μεγάλη θανάσιμος είτε μικρά συγγνωστή, νικάται με την αντίστοιχον εναντίαν αρετήν. Ο φθόνος νικάται με την αγάπην, η υπερηφάνεια με την ταπείνωσιν, η φιλαργυρία με την ακτημοσύνην, η πλεονεξία και ασπλαχνία με την ελεημοσύνην και ευσπλαχνίαν, η αμέλεια με την επιμέλειαν, η γαστριμαργία και η κοιλιοδουλεία με την νηστείαν και εγκράτειαν, η πολυλογία με την σιωπήν, η κατάκρισις και καταλαλιά με την αυτομεμψίαν και προσευχήν, η ασέλγεια, πορνεία και μοιχεία και λοιπά σαρκικά αμαρτήματα με την ενθύμησιν του θανάτου, της κρίσεως, της ανταποδόσεως, της κολάσεως, και εν γένει πάσα κακία νικάται με πάσαν αρετήν, ως λέγει και ο Προφητάναξ Δαβίδ: «Έκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν». Εάν θέλεις να απαλλαγείς και συ και εγώ και πάντες οι Χριστιανοί από την αμαρτίαν της υπερηφανείας, την μητέρα και γεννήτρια πασών των αμαρτιών και πρόξενον πάντων των κακών, θα απαλλαγώμεν διά της ταπεινοφροσύνης.
Και επειδή μόνοι μας ου δυνάμεθα, ως είπεν ο Κύριος, «άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν», ας παρακαλώμεν τον φιλάνθρωπον και πανάγαθον Θεόν, μετά συντριβής καρδίας και ταπεινώσεως, στεναγμών και δακρύων, να μας απαλλάξη από την εωσφορικήν υπερηφάνειαν, στενάζοντες ως ο Τελώνης, κλαίοντες ως η πόρνη, μετανοούντες ως ο άσωτος υιός και λέγοντες· Πάτερ Πανάγαθε, Εύσπλαχνε, Φιλάνθρωπε, ημάρτομεν εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου, δέξαι ημάς μετανοούντας και ποίησον ημάς ως ένα των μισθίων Σου. Ας προσευχώμεθα και ας παρακαλώμεν τον Θεόν, ως ο θείος Χρυσόστομος εις την καθημερινήν Του προσευχήν, λέγοντες: Κύριε δος ημίν ταπείνωσιν, ταπεινοφροσύνην και υπακοήν. Κύριε, δος ημίν υπομονήν, μακροθυμίαν και πραότητα. Κύριε, εμφύτευσον εις τας καρδίας ημών την ρίζαν των αγαθών, τον φόβον Σου. Κύριε, αξίωσον ημάς να Σε αγαπώμεν με όλην μας την ψυχήν και την καρδίαν και να τηρώμεν τας θείας Σου εντολάς.
Ωσαύτως, διά να απαλλαγώμεν από της μυσαράς και σατανικής και πανολέθρου υπερηφανείας, ας έχομεν εις τον νούν και την διάνοιά μας ανεξάλειπτον το παράδειγμα του Ουρανίου μας Διδασκάλου και τη διδασκαλίαν προς τους Μαθητάς Του, προς ημάς και προς όλους τους Χριστιανούς όλων των γενεών και των αιώνων. «Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών», και «όταν πάντα ποιήσητε να λέγητε ότι αχρείοι δούλοι εσμέν και ο οφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν».
Τοιαύτας και άλλας ωφελίμους συμβουλάς λαβών παρά του Αγίου Πνευματικού μου Πατρός Νεκταρίου, χαίρων και πνευματικώς αγαλλόμενος επέστρεψα μέσω Σύρου, κατά τας αρχάς Σεπτεμβρίου του 1910 εις την νήσον Πάρον και εις την Ι. Μονήν της μετανοίας μου...