Του Ν. Θ. Μπουγάτσου από το βιβλίο «Καπιταλισμός και Ορθόδοξος Χριστιανισμός»
Οι «θέσεις» του Χριστιανισμού για τον πλούτο (πρόχειρα και συντομότατα) είναι οι εξής:
1. Τρόποι αποκτήσεως του πλούτου. Η πλεονεξία, η κληρονομιά ή κάποια βία (π.χ. πόλεμος), λέει ο Χρυσόστομος είναι αιτία πλουτισμού. Αλλά «αυτός που επίμονα επιθυμεί τον πλουτισμό, λέει ο Θεοδώρητος ο Κύρου, και τα πάντα χρησιμοποιεί για να τον αποκτήσει, δεν θα κορέσει την επιθυμία του ποτέ».
2. Ο πλούτος είναι του Θεού. «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής», γράφει ο Δαυίδ κι επαναλαμβάνει ο Παύλος. Αφού «η ψυχή σου δεν είναι δική σου, λέει ο Χρυσόστομος, πως τα χρήματα είναι δικά σου;... Τα πλούτη δεν είναι δικά μας, αλλά, του Δεσπότη (Χριστού)».
3. Ο Θεός επιτρέπει τον πλούτο. Ο άνθρωπος, λέει ο Χρυσόστομος, γίνεται πλούσιος γιατί ο Θεός του δίνει ή στους περισσότερους γιατί ο Θεός το επιτρέπει. Οι Καλβινιστές, υποστηρίζουν κατά τον Βέμπερ πως ο πλούτος πάντοτε είναι ευλογία Θεού. Ενώ η Ορθόδοξη άποψη (ο Χρυσόστομος) δέχεται πως ορισμένες φορές ο Θεός απλώς ανέχεται τον ανήθικο πλουτισμό.
4. Χρειάζεται μέτρο στην απόλαυση του πλούτου. Παραστατικότατο είναι το παράδειγμα του Κλήμη του Αλεξανδρινού: Είναι απαραίτητο το «μέτρο στο παπούτσι… Το περιττό είναι το βάρος» και στο πόδι και στο σώμα και στην ψυχή. Αλλά «πλεονεξία είναι, λέει ο Νείλος, όχι μόνο να φροντίζει πως θα αφαιρέσει την ξένη (περιουσία) αλλά και το να θέλει να έχει κάτι παραπάνω απ’ την αυτάρκεια». «Καθορίστε μέτρα για τη χρήση του (υλικού) βίου. Δεν είναι όλα δικά μας, αλλά (ένα) μέρος ας είναι και των πτωχών, των αγαπητών του Θεού», γράφει ο Γρηγόριος ο Νύσσης.
5. Ο πλουτισμός προκαλεί πολλούς ηθικούς κινδύνους. Κατ’ αρχήν «είναι σχεδόν αδύνατον, εκτός σπανίας περιπτώσεως, το να συσσωρεύσεις υλικό πλούτο χωρίς αμαρτία», λέει ο επίσκοπος Αστέριος. Όλα αυτά τα υπονοεί η έκφραση του Κυρίου: «Για κείνους που έχουν τα χρήματα πόσο δύσκολο είναι να μπουν στη βασιλεία του Θεού».
6. Ο Καπιταλισμός (το φιλόπλουτο πνεύμα) βρίσκεται σε τέλεια αντίθεση με τον Χριστιανισμό. Ο Καπιταλιστής (κεφαλαιοκράτης) είναι ένα συγχρονισμένο είδος του πλεονέκτη και του φιλόπλουτου, που καταλήγει να γίνει ο «άφρων πλούσιος». Ο Μέγας Βασίλειος χαρακτηρίζει πλεονέκτη «αυτόν που δεν παραμένει επίμονα στην αυτάρκεια» κι ο Γρηγόριος ο Παλαμάς «αυτόν που κάνει δικά του ότι ο Θεός εδημιούργησε για όλους». Ο Χρυσόστομος προβάλλει καθαρά την αντίθεση: «Ο Χριστός, λέει, δίνεται σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη, συγχώρησε αυτούς που σε αδικούν και σχεδιάζουν κακά εναντίον σου, να αγαπάς τους ανθρώπους και να είσαι ήμερος. Η φιλαργυρία (ο Καπιταλισμός) λέει, άρπαξε (κι απ’) αυτούς που έχουν ανάγκη, φτιάνε παγίδες (και) γι’ αυτούς που καθόλου δε σε αδίκησαν, να είσαι ωμός και σκληρός και να μην υπολογίζεις τα δάκρυα των φτωχών». Κι αλλού λέει ο ίδιος ο Χρυσόστομος: «Αυτός που με μανία αγαπά τα χρήματα όχι μόνο τους εχθρούς (του) δεν θα αγαπήσει, αλλά και τους φίλους του θα χρησιμοποιήσει σαν εχθρούς». ¨Κανείς , λέει ο Κύριος Ιησούς, δεν μπορεί να δουλεύει σε δύο κυρίους… Δεν μπορείτε να υπηρετείτε (και) το Θεό και το Μαμωνά». Κι ο ίδιος ο Κύριος στην παραβολή του «άφρονα πλουσίου» συμπεραίνει: «Αυτά παθαίνει εκείνος που θησαυρίζει για τον εαυτό του και δεν φροντίζει να γίνει πλούσιος ως προς το Θεό». Κι ο Παύλος λέει για τη διαστροφή των χριστιανών απ’ τη φιλαργυρία: «Η ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία. Εξ’ αιτίας αυτού του πάθους, μερικοί (χριστιανοί) πλανήθηκαν απ’ την πίστη και εκάρφωσαν τον εαυτό τους με πολλά βάσανα.
7. Ο χριστιανός είναι διαχειριστής (οικονόμος) της περιουσίας του Θεού. Τα τάλαντα που μας δίνει ο Θεός πρέπει να τα καλλιεργούμε και να τα χρησιμοποιούμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. «Η εντολή του Κυρίου, λέει ο Μέγας Βασίλειος, (μας συνιστά) όχι να πετάξεις (την περιουσία σου) σαν νάναι κάτι κακό και να φύγεις, αλλά (σε) εκπαίδευσε να την διαχειρισθείς (καλά), (γιατί ο πλούτος) δίνεται από τον Θεό για να τον διαχειριστείς (καλά)». Και ο προφήτης Αγγαίος χαρακτηριστικά λέει για τον χωρίς αφοσίωση στο Θεό πλούσιο, ότι «μαζεύει τα χρήματά του απ’ τους κόπους του και τα ρίχνει σ’ ένα τρύπιο πουγκί». Και ο τρόπος και το είδος της αποδόσεως στην καλλιέργεια των ταλάντων, που αναφέρει ο Κύριος στη σχετική παραβολή βρίσκεται στο συμπέρασμα της παραβολής του άφρονα πλουσίου. Δηλαδή «να γίνεις πλούσιος ως προς τον Θεόν», στις αρετές, στην αγιότητα, κι άσχετα από το χρηματικό κεφάλαιο, το χρήμα. (Κι όμως αντίθετα υποστηρίζει ο κεφαλαιοκράτης-αστός).
8. Κριτήριο για το χριστιανό είναι η πραγματική αρετή κι όχι ο πλούτος. Την πραγματική αρετή, λέει ο Χρυσόστομος δεν μπορεί να την διαστρέψει ο πλούτος, αφού «αυτός που έγινε δούλος του Χριστού, δεν είναι δούλος, αλλά απόλυτος κύριος του Μαμωνά». Και συμπεραίνει: Τα πλούτη «θέλω να τα έχετε αποκτήσει με (πνευματική) ασφάλεια, (και) με τον τρόπο που πρέπει (σε χριστιανούς). (Δηλαδή σεις να βρίσκεστε) στη θέση του απολύτου κύριου κι όχι στη θέση του δούλου (των χρημάτων), και να τα κυβερνάς και να μην σε κυβερνούν, να τα μεταχειρίζεσαι (καλά) και όχι κακά. «Χρήματα» λέγονται για να τα χρησιμοποιούμε στις απαραίτητες υπηρεσίες (κι) όχι να τα φυλάμε, γιατί τα φυλάνε οι υπηρέτες, ενώ το αφεντικό τα χρησιμοποιεί». «Τον φίλο (όμως) και τον εχθρό του Θεού να μη τους εξετάζεις απ’ την (υλική) ευημερία ή την δυστυχία, αλλά απ’ την συμπεριφορά και την ευσέβεια». Ακριβώς δηλαδή αντίθετα απ’ τον Καλβινισμό κατά τον Βέμπερ.
9. Ο χριστιανός με την εργατικότητά του, την πειθαρχημένη και οικονομική ζωή του δεν αποκτά πλούτη, γιατί πιστεύει πως «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος...» και τα προσφέρει σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη. «Αυτός, λέει ο Μέγας Βασίλειος, που βιάζεται να γίνει τέλειος (χριστιανός) εργάζεται ημέρα και νύχτα, για να έχει να προσφέρει σ’ αυτόν που έχει ανάγκη». Στη Θηβαΐδα της Αιγύπτου ένας ασκητής, ο Δωρόθεος, έκτιζε κάθε χρόνο ένα σπιτάκι και το χάριζε σε πτωχό που δεν είχε σπίτι.
10. Τα χρήματα είναι όργανο (εργαλείο) που η χρήση του βαθμολογεί την αρετή του ανθρώπου. Ο πλούτος δεν έχει καμιά πραγματική (πνευματική) αξία, μόνον ο άνθρωπος με τη χρήση του μπορεί να τον αξιοποιήσει. Στην Αίγυπτο μια πλούσια πόρνη μετάνιωσε και θέλησε να μπεί στην εκκλησία, να εξομολογηθεί και να επικοινωνήσει με τη χριστιανική κοινότητα. Ο επίσκοπος της ζήτησε τότε να κάψει δημόσια τα χρήματα της, που είχε αποκτήσει απ’ την πορνεία κι έπειτα να μπεί στον ναό, γιατί τα πλούτη της ήταν ηθικά μολυσμένα (όχι να τα δωρίσει στους πτωχούς ή στο ναό). Εδώ φαίνεται καθαρά η χριστιανική αντίληψη για τον πλούτο. Ο οικονομολόγος ή ο Καπιταλιστής εκτιμά τον πλούτο απ’ την ποσότητα (λογιστικά - υλικά), ενώ ο χριστιανός τον εκτιμά απ’ την ποιότητα. Θυμηθείτε το δίλεπτο της χήρας, που γι’ αυτό ο Κύριος είπε «η χήρα αυτή η πτωχή, πλείον πάντων έβαλε».
11. Το μέγεθος της φιλαλληλίας είναι αντιστρόφως ανάλογο με το μέγεθος του πλούτου. Ο Μέγας Βασίλειος είπε: «Όσον πλεονάζεις τω πλούτω τοσούτον ελλείπεις τη αγάπη». Δηλαδή ο πραγματικός χριστιανός δεν μπορεί να είναι πλούσιος όσον υπάρχουν άνθρωποι φτωχοί.
12. Ο χριστιανός καπιταλιστής είναι χειρότερος από τον μη χριστιανό. «Για να μη σκοτιστεί και να λάμψει το Θείο (πνεύμα, μέσα στη) γαληνεμένη ψυχή μας και να μη ταράζεται από κανένα πάθος, πρέπει… να παύσεις να φροντίζεις για τα πλούτη», λέει ο Μέγας Βασίλειος. «Αυτοί (όμως) που εγκατέλειψαν τις κοσμικές φροντίδες (για να γίνουν τέλειοι-ασκηταί) και παράλληλα θέλουν να έχουν χρήματα κατασπαράσσεται (η ψυχή τους, γιατί) πολεμούνται απ’ τα δαιμονικά (πάθη της φιλοχρηματίας)», λέει ο Μέγας Αντώνιος. Ο λεγόμενος δηλαδή χριστιανός κεφαλαιοκράτης είναι πολύ χειρότερος στο πάθος του (έστω και αν νομίζει πως είναι εξαγιασμένο) απ’ τον άπιστο κεφαλαιοκράτη, κατά τον Μέγα Αντώνιο. Ο Χρυσόστομος προσέχει πως οι γαιοκτήμονες χρησιμοποιούν τους πτωχούς χωρικούς «σαν νάναι γαϊδούρια και μουλάρια, μάλλον δε σαν νάναι από πέτρα». Κι ο Απόστολος Ιάκωβος λέει: «Οι πλούσιοι δεν σας καταδυναστεύουν, κι αυτοί δεν είναι που σας σέρνουν στα δικαστήρια; (Οι πλούσιοι) δεν είναι αυτοί (που με τη ζωή τους) βλαστημούν το καλό σας όνομα (την καλή σας φήμη σαν χριστιανών) που έχετε αποκτήσει;… Να! Ο μισθός αυτών που θέρισαν τα χωράφια σας φωνάζει, (γιατί) εσείς τους τον στερήσατε [ή τους τον λιγοστέψατε], και οι φωνές των εργατών φθάσανε στ’ αυτιά του κυρίου (μας)… Καταδικάσατε (σεις οι πλούσιοι και) σκοτώσατε τον αθώο (που) δεν σας φέρνει αντίσταση».