Επιστολή του Οσίου Σοφρωνίου Σαχάρωφ
στον Δ. Μπάλφουρ, από το βιβλίο:«Αγώνας Θεογνωσίας»,
Εκδόσεις Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ
The Old Rectory, 29 Ιανουαρίου 1962
[…] Σε κατανοώ πλήρως, όταν μου γράφεις για τον Α¹. Απάντησα στο τηλεγράφημά του για το θάνατο της γυναίκας του Μ. από το Κάιρο, όπως και στο γράμμα του … Σε σένα μπορώ να μιλήσω ανοιχτά και ξεκάθαρα. Τον τελευταίο καιρό του έγραψα με λιγότερη διάθεση, γιατί περίμενα από αυτόν και την Μ. περισσότερα.
Γνωρίζεις ότι αυτή ήταν καταδικασμένη από τους γιατρούς να πεθάνει. Στο νοσοκομείο καρκινοπαθών του Λονδίνου είχαν ήδη σταματήσει τη θεραπεία της με ακτινοβολίες, γιατί όλα έδειχναν ανώφελα. Οι ιστοί δεν συγκρατούσαν τα διαβρωμένα από τον καρκίνο σπλάχνα της και πολλά άλλα. Με παρακάλεσε να προσευχηθώ μαζί του για τη θεραπεία της. Ζήτησε από το Θεό θαύμα. Με χαρά στο πνεύμα μου, αλλά με μεγάλη θλίψη στην καρδιά μου άρχισα να προσεύχομαι γι’ αυτήν και γι’ αυτόν. Κάποια ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου, πριν από δύο χρόνια, πήγα να την κοινωνήσω. Έμεινα κοντά στο κρεβάτι της περισσότερο από δύο ώρες. Προσευχηθήκαμε, μιλήσαμε, συζητήσαμε· την κοινώνησα … Γύρισα στο Μοναστήρι και την επόμενη ημέρα έλαβα γράμμα από τον Α. ότι οι γιατροί εξέτασαν την Μ. και αποφάσισαν να συνεχίσουν τη θεραπεία με τις ακτινοβολίες. Η κατάστασή της και πνευματικά και σωματικά είχε βελτιωθεί αισθητά. Τότε έγραψα στον Α. ότι η πρώτη «στροφή» πραγματοποιήθηκε. Να ελπίζει ότι η ανάρρωση είναι δυνατή, αλλά να θυμάται ότι πρέπει και αυτός και εκείνη στην περίπτωση αυτή να αλλάξουν ριζικά τη ζωή τους, γιατί το θαύμα δεν τελείται για να παραμείνουν οι ίδιοι όπως ήταν πριν από αυτό.
Σε μικρό χρονικό διάστημα, μετά από δύο εβδομάδες περίπου, βρέθηκα πάλι στο Λονδίνο, ώστε για δεύτερη φορά να την κοινωνήσω. Κάναμε πάλι έντονη προσευχή και τα άλλα.
Και νά, εκείνη που ήταν ήδη εντελώς «καταβεβλημένη» πριν από λίγες ημέρες, σηκώνεται από το κρεβάτι, πηγαίνει με λεωφορείο στο αεροδρόμιο και πετάει στην Ελβετία, όπου εσύ τους συνάντησες. Ζουν στα βουνά, κάνουν περιπάτους, αυτή τρώει από όλα, εύθυμη και σχεδόν γεμάτη ζωή. Ύστερα από λίγο καιρό πηγαίνουν στο Παρίσι, εκεί επισκέπτονται τα πάντα, τα μουσεία, τα θέατρα και άλλα πολλά … Έρχονται στο Λονδίνο, για να παρουσιαστούν στους γιατρούς. Οι γιατροί δεν εντόπισαν ίχνη μετάστασης ή υποτροπής. Πηγαίνουν στην Ελλάδα, στην Αίγυπτο … αλλά τίποτε άλλο δεν υπάρχει, παρά μόνο η αναζήτηση της «παλαιάς ευτυχίας» και ο πόθος της «ζωής», όπως συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια, πριν από την αρρώστια. Ο Α. δεν της είπε ότι είχε καρκίνο, ότι θεραπεύτηκε με θαύμα. Της καλλιεργούσε την πεποίθηση ότι οι προηγούμενοι γιατροί έσφαλλαν, ότι δεν είχε τίποτε το φοβερό … Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει το θαύμα χωρίς καμία ριζική μεταβολή στην πνευματική τους ζωή. Δεν γνωρίζω, φύλαξε άραγε το άγαλμα του Βούδα που είδα να έχει κοντά της στο νοσοκομείο και με απροκάλυπτη ικανοποίηση μου το έδειξε ως κάτι «θαυμαστό»; Εκείνη τη στιγμή εγώ δεν ήθελα με τίποτε να την στενοχωρήσω. Είπα απλώς ότι εγώ ο ίδιος αγαπώ μόνο τον Χριστό και δεν ήθελα να κοιτάξω το Βούδα. Ούτε αυτή ούτε ο Α. με κατάλαβαν.
Δεν θέλω να προβώ σε ανάλυση της ζωής του Α. και της Μ. Θεωρούσα όμως πάντοτε τον Α. προικισμένο με πλούσια πνευματικά χαρίσματα, και μου προκαλούσε πάντοτε βαθειά οδύνη το γεγονός ότι δεν κατάλαβε την κλήση του Θεού. Προτίμησε κάποια μορφή παγκοσμιότητας, που σήμερα βρίσκει έδαφος στη σκέψη πολλών. Η Μ. βρισκόταν κάτω από την επίδρασή του. Εγώ βέβαια περίμενα από εκείνον κυρίως να κατανοήσει ότι η παγκοσμιότητα του Χριστού είναι η μοναδική και αυθεντική παγκοσμιότητα, και το να αναζητά κανείς οπουδήποτε οτιδήποτε πιο παγκόσμιο είναι κατανοητό μόνο για όσους δεν έζησαν τη χάρη του Βαπτίσματος … Για μένα αποτελούσε φυσιολογική συνέπεια η εκ νέου επιδείνωση της υγείας της Μ. Και μου ήταν πια απίστευτα βαρύ να παρακαλέσω εκ νέου τον Θεό, γιατί η πρώτη μου ελπίδα διαψεύστηκε· αυτοί δεν άλλαξαν, δεν ανακαινίστηκαν. Η προσευχή λοιπόν για τους αρρώστους, για την ίασή τους με την άνωθεν δύναμη, η θαυματουργία, είναι δυνατή μόνο με την «υπόσχεση» της μετάνοιας, δηλαδή της ριζικής αλλαγής όλης της ζωής τους, ώστε η δόξα του Θεού να βρει χώρο μέσα τους και όλη η μετέπειτα ζωή τους να συνεχισθεί πλέον στο επίπεδο της Θείας δόξης.
Όπως εσύ, έτσι και εγώ, έγραψα στον Α. ότι, όσο βαρειά και αν είναι η θλίψη του, αυτό που του δόθηκε να ζήσει με την Μ. οφείλει να το αποδεχθεί ως νέα κλήση, σε νέο αγώνα, τον μεγαλύτερο και πιο θριαμβευτικό. Από την απάντησή του βλέπω ότι τα λόγια μου δεν βρήκαν απήχηση στην ψυχή του. Όλο το γράμμα του είναι πένθος «ψυχικό», για να μην πω «σαρκικό». Θα ήθελα, όπως κι εσύ, να τον δω να «ανορθώνεται σε όλο το ύψος του», πραγματικά συνετισμένο από την πείρα … ενώ αυτός κάνει λόγο για αυτοκτονία, εκφράζοντας έτσι τη διάθεση να επιταχύνει την έξοδό του από αυτόν τον κόσμο και μόνο τα λόγια της Μ., «ποτέ μην το κάνεις αυτό», τον συγκρατούν.
Βέβαια πάλι θα του γράψω, αλλά δεν έχω πια στην ψυχή μου την ίδια έμπνευση που είχα μόλις πριν από λίγο καιρό· δεν υπάρχει ελπίδα πως θέλει να ανορθωθεί. Με γυναικείο σχεδόν τρόπο «καλλιεργεί» τη θλίψη του. Θα είναι άραγε ωφέλιμο να του μιλήσει κανείς γι’ αυτό απότομα, περίφραστα, αποφασι-στικά; Δεν είμαι βέβαιος. Γι’ αυτό εν μέρει σιωπώ…
Θα σου συμβεί ακόμη πολλές φορές να ζήσεις τη θλίψη, γιατί δεν στρέφονται όλοι οι άνθρωποι με την ίδια δύναμη στον Θεό. Πολλές φορές θα υποφέρεις, γιατί αρνούνται συχνά να πορευθούν για να συναντήσουν τον Θεό, ο Οποίος τους αναζητά με κάθε «τρυφερότητα», με εντελώς εξαίρετη Θεία ταπείνωση, χωρίς να ασκεί κανένα, έστω και τον παραμικρό, εκβιασμό επάνω τους.
Ασκώντας το διακόνημα του πνευματικού, άρχισα να βλέπω λίγο καθαρότερα, «πόσο προσεκτικός είναι ο Κύριος», πόσο ευγενής (συγχώρεσέ με για την έκφραση αυτή). Απευθύνεται σε μας ως προς ίσους Του …
Το «εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ. 10,36), το κατανοώ ως εξής: Κάθε άνθρωπος, που με τον ένα ή τον άλλον τρόπο μας εμποδίζει να ακολουθήσουμε τον Θεό, είναι εχθρός μας κατά το μέτρο που μας παρεμποδίζει. Αναμφισβήτητα όμως η πιο δύσκολη κατάσταση παρουσιάζεται κυρίως με τους πλέον οικείους, γιατί αυτοί μας αγαπούν και η ζωή τους συνδέεται με τη δική μας με χίλιους κόμπους. Παρόλα όμως αυτά πιστεύω στη νίκη του Χριστού, δηλαδή στην τελική Του νίκη.
Υμέτερος Σωφρόνιος
1. Ο Α είναι κάποιος κοινός γνωστός του Γέροντος Σωφρονίου και του Δ. Μπάλφουρ, πουπενθούσε τον πρόσφατο θάνατο της γυναίκας του Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου